} catch (e) { console.error('Custom Theme JS Code: ', e); }

Το MOMus, παραμένοντας κοινωνικά ενεργό και στη σημερινή συνθήκη, συστήνει επιλεγμένα έργα αποκλειστικά από τις συλλογές και εκθέσεις του στο διαδικτυακό πρόγραμμα "MOMus Resilience Project". Την ίδια στιγμή θέλει να βρίσκεται πιο κοντά στους ανθρώπους που εργάζονται, δημιουργούν, εκφράζονται μέσα από το σπίτι τους και συστήνει όψεις «σπιτιού», δηλ. της ζωής μέσα στο σπίτι, όπως το έχουν αντιληφθεί καλλιτέχνες σε ανύποπτο χρόνο.

cleog

cleog

Παρασκευή, 24 Απριλίου 2020 18:17

[DAY 12] Στήβεν Αντωνάκος, Entrance, 1996

Ρέουσα ενέργεια, φως άπλετο, καθαρό και αποκαλυπτικό, μυστηριακό και υπερβατικό, σε έργα που απευθύνονται και επικοινωνούν, επιζητούν τη συνέργεια και την εμπλοκή του θεατή, προσφέρουν αισθητική σαγήνη και, ταυτόχρονα, επικαλούνται το άφατο και το μυστικιστικό, αξιώνονται κάτι περισσότερο από το προφανές. [Στήβεν Αντωνάκος, Entrance, 1996, Κατασκευή με νέον, ξύλο και αλουμίνιο, Συλλογή της Alpha Bank] Φωτογραφία: Θάνος Μακρής [Από την τρέχουσα έκθεση «Στήβεν Αντωνάκος: Φως. Ο Στήβεν Αντωνάκος και η ρωσική πρωτοπορία» στο MOMus - Μουσείο Άλεξ Μυλωνά]
Ο 11χρονος Αμίρ από το Αφγανιστάν κληρώνεται να είναι σημαιοφόρος στη σχολική παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου. Κάποιοι, όμως, έχουν αντιρρήσεις. Ξημερώματα, επιτίθενται με πέτρες και μπουκάλια στο σπίτι του Αμίρ, τρομοκρατώντας εκείνον και την οικογένειά του. Οι δράστες πετούν, μεταξύ άλλων, κι ένα χαρτόνι με το απειλητικό μήνυμα να φύγει αμέσως η οικογένεια του Αμίρ από την Ελλάδα. Την ευθύνη της επίθεσης αναλαμβάνει η ακροδεξιά οργάνωση Κρυπτεία. «Θα πολεμήσουμε μέχρι να φύγει και ο τελευταίος λαθρομετανάστης, θα χρησιμοποιήσουμε βία αλύπητα», αναφέρουν στο τηλεφώνημά τους στην ιστοσελίδα iefimerida. Για την ιστορία, ο Αμίρ συμμετείχε στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου κρατώντας την ταμπέλα του σχολείου του. [Παναγιώτης Μητσομπόνος, «Σημαιοφόρος», Δάφνη, Νοέμβριος 2017] [Σκίτσο από την έκθεση «Βαλ’τους Χ. Ο Μαύρος Χάρτης της Ρατσιστικής Βίας στο MOMus - Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης]
Η παρέλαση υπήρξε ιστορικά δημόσια εκδήλωση που συσπείρωνε το εθνικό φρόνημα, λειτουργώντας παράλληλα και πρόσκαιρα ως πεδίο κοινωνικής συνοχής, ειδικά στα αστικά περιβάλλοντα που χαρακτηρίζονται από σχετική ετερογένεια και ανωνυμία. Ως εκδήλωση λαμβάνει χώρα σε εθνικές γιορτές, σε ημέρα συνεπώς σχόλης από τη δουλειά και σε συνθήκη που ευνοεί τη συνάθροιση. Είναι ακόμη η ευκαιρία για μικρούς κυρίως αλλά και για μεγαλύτερους να δουν από κοντά τα καλά γυαλισμένα γρανάζια του πολέμου, να επιθεωρήσουν τον μηχανισμό προστασίας από κάθε εξωτερική επιβουλή. Η συγκέντρωση του ευρύτερου κοινού ενώπιον μιας στρατιωτικής, κατά βάση, πομπής γεννά από μόνη της αδρεναλίνη. Τη σύγχρονη περίοδο, σε καιρό παρατεταμένης ειρήνης, εγέρθηκαν αμφιβολίες για τη χρησιμότητά της και την αναγκαιότητα της δαπάνης της σε καιρούς συννεφιασμένους. Η φετινή χρονιά είναι η μοναδική ίσως στην πρόσφατη ιστορία της χώρας κατά την οποία οι παρελάσεις ματαιώθηκαν καθώς υψηλή προτεραιότητα έχει ένας άλλος πόλεμος, αυτός της δημόσιας υγείας απέναντι σε έναν αόρατο εχθρό. Πρόκειται ίσως τότε για μια απρόσκλητη ευκαιρία να αναστοχαστεί κανείς αισθήματα και αναμνήσεις σχετικά με το φαινόμενο, να ζυγίσει την παρουσία και την απουσία της παρέλασης, την αξία της συνήθειας απέναντι σε εκείνη της μεταβολής. [Φωτογραφία: Γιάννης Στυλιανού, Παρέλαση, 1967, ©Αρχείο Γιάννης Στυλιανού / MOMus - Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης]
Στη συλλογή Κωστάκη του MOMus - Moυσείο Μοντέρνας Τέχνης βρίσκεται ένα μικρό «Μαύρο Ορθογώνιο». Όταν το έργο αυτό αναλύθηκε από τη συντηρήτρια Μαρία Κόκκορη, η ακτινογραφία αποκάλυψε ίχνη άλλου παλαιότερου ζωγραφικού πίνακα από κάτω. Πρόκειται για μέρος ζωγραφικού πίνακα με τον τίτλο «Πόλεμος» (1914) που αναπαριστά την εικόνα ενός αλόγου με τις λέξεις «Βερολίνο», «Πόλεμος», «Δόντια», «Πλάνη», «Πίνακας» και «Προσομοίωση» (συλλογή Χαρτζίεφ, Μουσείο Στέντελικ, Άμστερνταμ) για τον οποίο αποτελεί σαφέστατα προσχέδιο. Όπως επισημαίνει η Κόκκορη, δεν υπήρχε σχεδόν καθόλου σκόνη μεταξύ των δύο χρωστικών στρωμάτων, που σημαίνει ότι ο Μαλέβιτς φιλοτέχνησε το σουπρεματιστικό «Ορθογώνιο» αμέσως μετά τον παλαιότερο πίνακα που υπήρχε από κάτω, γεγονός που καθιστά αυτό το μικρό έργο ένα από τα πρώτα έργα σουπρεματιστικής ζωγραφικής και μας οδηγεί με ασφάλεια να το χρονολογήσουμε από το 1915. [Καζιμίρ Μαλέβιτς, Μαύρο Ορθογώνιο, 1915 [και η αναφορά του στον Πόλεμο] Λάδι σε μουσαμά, 17 x 24, MOMus - Moυσείο Μοντέρνας Τέχνης-Συλλογή Κωστάκη]
Η ομάδα κρατούμενων-εκπαιδευόμενων του 3ου ΣΔΕ - Φυλακές Διαβατών - Θεσσαλονίκη με τους οποίους δούλεψε η Μαίρη Ζυγούρη «έφτιαξαν» τον Nasieet ή Νεκτάριο (ακρωνύμιο από τα ονόματα των μελών της ομάδας. Είναι 70 ετών, από το άθροισμα του χρόνου ποινής όλων τους. Μιλάει αλβανικά, ποντιακά, αραβικά και Ibdo. Του άρεσαν τα γρήγορα αμάξια και το ποδόσφαιρο. Το όνειρό του ήταν να σπουδάσει δικηγόρος. Ήθελε να βοηθήσει τους ανθρώπους. Δεν ήθελε την αδικία. Οι κρατούμενοι έτσι τον φαντάστηκαν, να κρατάει ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα, μωβ και κόκκινα. [Εικόνα: λεπτομέρεια του έργου της Μαίρης Ζυγούρη, «Oι Frankestein και οι Νύφες του Frankestein των Διαβατών», σχέδια και ανδρείκελα σε φυσικό μέγεθος, το οποίο προέκυψε από τα συλλογικά εργαστήρια στα τμήματα γυναικών και ανδρών στο 3ο ΣΔΕ Θεσσαλονίκης. Συμμετείχαν μαζί της οι κρατούμενοι-εκπαιδευόμενοι Αμαλία, Αντζελίνα, Γαρδένια, Θεοδώρα, Σβετλάνα, Τερέζα, Αλκιβιάδης, Arthur, Ahmend, Eglo, Endri, Enver, Qamar, Κώστας, Klodian, Besnik K., Omar, Raphael, Στάθης, Τζούκο]. [Από την έκθεση «Τίμιοι παράνομοι - Πρόσωπο. Ελευθερία. Σιωπή» στο MOMus - Πειραματικό Κέντρο Τεχνών]
Η τέχνη της Άλεξ Μυλωνά κατορθώνει να μετουσιώσει τη συγκίνηση και να μορφοποιήσει τη ζωτική της σχέση της με τον κόσμο, να αγγίξει το μυστικό της ύπαρξης και της γέννησης, της μητρότητας και του έρωτα, να συνδυάσει τους μύθους του αρχαίου ελληνικού κόσμου -τη γέννηση της Αφροδίτης, τον Μινώταυρο και τη Μήδεια- με την πνευματικότητα του Βυζαντίου, να αναζητήσει τις ισορροπίες, να στοχαστεί πάνω στη φύση και στις δυνατότητες της πλαστικής τέχνης, να προτείνει μια νέα διάταξη του χώρου και της επιφάνειας, του ρυθμού και των όγκων, του θετικού και του αρνητικού, του κενού και του πλήρους, της υλικότητας και της φόρμας. [Άλεξ Μυλωνά, Το φιλί (Τιμή στον Μπρανκούζι),1967, Μάρμαρο Πεντέλης, 71x74x19 εκ. MOMus - Μουσείο Άλεξ Μυλωνά]
Παρασκευή, 24 Απριλίου 2020 16:33

[DAY 6] Αλέξης Ακριθάκης, Αεροπλάνο, 1982

Ακόμη κι αν σκέφτεσαι ταξίδια που δεν μπορείς να κάνεις, ίσως και ταξίδια που δεν θέλεις να κάνεις, το έργο του Αλέξη Ακριθάκη είναι αυτό που σου επιτρέπει να τα σκεφτείς διπλά και τα δύο. Μιλά συχνά για τη ζωή και τον έρωτα, για την επιθυμία και το τραύμα, σαν να μιλάει για τον Παράδεισο και την Κόλαση. Μας έχει αφηγηθεί ιστορίες με τη γλώσσα, ιστορίες μέσα από επίμονες μικρές ζωγραφικές χειρονομίες (τα διάσημα «τσίκι τσίκι»), ιστορίες μέσα από μια εικονογραφία που φέρνει συχνά μπροστά μας βαλίτσες, βάρκες ή οτιδήποτε μοιάζει παιχνίδι. Στο έργο της συλλογής του MOMus, το αεροπλάνο πετά σε έναν κόκκινο βραδινό ουρανό, στον οποίο η Μεγάλη Άρκτος λαμποκοπά με φως νέον, και ξυπνά μνήμες διαφορετικές για τον καθένα. [Αλέξης Ακριθάκης, Αεροπλάνο, 1982, χρώμα, ξύλο, νέον, Δωρεά του Αλέξανδρου Ιόλα στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, MOMus - Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης - Συλλογές Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης]
Ο θρυλικός συλλέκτης Γιώργος Κωστάκης διηγείται την ιστορία της απόκτησης ενός από τους σημαντικότερους πίνακες της Λιουμπόβ Ποπόβα (1889-1924) που ήταν και η αγαπημένη του καλλιτέχνιδα. «Ο αδελφός της Λιουμπόβ Ποπόβα, Πάβελ Σεργκέεβιτς [από τον οποίον ο συλλέκτης απέκτησε τα περισσότερα έργα της καλλιτέχνιδος], είχε έναν θετό γιό που ζούσε στο Ζβενίγκοροντ, έξω από τη Μόσχα και μου πρότεινε να τον επισκεφτώ… Πήγα… Περπατήσαμε στον κήπο. Διέκρινα το παράθυρο της αποθήκης που ήταν καρφωμένο μ’ ένα κόντρα πλακέ. Πάνω στο κόντρα πλακέ ήταν γραμμένος ένας αριθμός κι από κάτω η υπογραφή: ‘Ποπόβα’. Μπήκα στην αποθήκη και είδα από την άλλη πλευρά του κόντρα πλακέ έναν εξαιρετικό πίνακα της ζωγράφου: ‘Όχι, δεν μπορώ, εάν βρέξει θα γίνει μούσκεμα η αποθήκη. Φέρε μου πρώτα ένα κόντρα πλακέ και μόνο τότε θα σου δώσω τον πίνακα’. Χρειάστηκε να πάω στη Μόσχα και να ψάξω για κόντρα πλακέ. Δεν βρήκα στις διαστάσεις που έπρεπε κι έτσι αγόρασα δύο μικρότερα φύλλα και τα μετέφερα στο Ζβενίγκοροντ. Ως αντάλλαγμα ο σπιτονοικοκύρης μου έδωσε τον υπέροχο πίνακα». Η ιστορία απέδειξε ότι ήταν ένας από τους σημαντικότερους πίνακες της σειράς «Χωροδυναμική Κατασκευή», μιας σειρά πάνω στην οποία η Ποπόβα δούλεψε σε συνεργασία με τον σύντροφο και φίλο της, κονστρουκτιβιστή αρχιτέκτονα Αλεξάντρ Βεσνίν και που προσδιορίζει την θεωρητική βάση της κονστρουκτιβιστικής και παραγωγικής περιόδου της, που, δυστυχώς, ήταν και η τελευταία της ζωής της. [Λιουμπόβ Ποπόβα, Χωρο δυναμική Κατασκευή, 1921, Λάδι και σκόνη ξύλου σε κοντραπλακέ, 71×63.9 ©MOMus - Moυσείο Μοντέρνας Τέχνης-Συλλογή Κωστάκη]
Η πόλη φιλοξενεί το Μνημείο του Ολοκαυτώματος από το 1997. Είναι έργο του Nandor Glid που ολοκληρώθηκε από τον γιο του Daniel, δημιουργούς κι άλλων αντίστοιχων μνημείων στο Βελιγράδι, το Νταχάου και το Yad Vasem στην Ιερουσαλήμ. Στο σκίτσο της έκθεσης το μνημείο ζωντανεύει, δέχεται τη ναζιστική επίθεση που βεβήλωσε το σώμα του, λυγίζει και γέρνει, αλλά αντιστέκεται. Παλεύει να κρατηθεί όρθιο και να σηκώσει το βάρος της μνήμης που φορτώσαμε στους ώμους του. Τα σώματα συμπλέκονται στο σχήμα της επτάφωτης λυχνίας, φλέγονται, ματώνουν. Ξαναβρίσκουν την αρχική σύνδεση με τον αφανισμό των Εβραίων της Θεσσαλονίκης το 1942. Κάποια μνημεία είναι ζωντανοί οργανισμοί. Γίνονται αντικείμενο επίθεσης, διεκδίκησης, βανδαλισμού. Αόρατα ή ανεπιθύμητα, εξορισμένα ή αδιάφορα, επιστρέφουν για να μας θυμίσουν το μέτρο της αντοχής μας στη μνήμη με την οποία δυσκολευόμαστε να συμφιλιωθούμε. [Σταύρος Κιουτσιούκης, Σβάστικα στη μνήμη. Θεσσαλονίκη, Δεκέμβριος 2018. Άγνωστοι βεβηλώνουν για άλλη μια φορά το Μνημείο του Ολοκαυτώματος στην πλατεία Ελευθερίας, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Οι δράστες σχηματίζουν με σπρέι μια σβάστικα πάνω στο μνημείο και αποχωρούν ανενόχλητοι] [Σκίτσο από την έκθεση «Βαλ’τους Χ. Ο Μαύρος Χάρτης της Ρατσιστικής Βίας στο MOMus - Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης]
Το φως ορίζει το σημείο εκκίνησης και τον πυρήνα της τέχνης του Στήβεν Αντωνάκου: από τις αυστηρά αφαιρετικές προτάσεις του με τα τόξα, τις ελλείψεις και τις γωνίες, έως τις ποιητικές αντιπαραθέσεις τεχνητού και ζωγραφικού φωτός, τις, μεγάλης κλίμακας, παρεμβάσεις στον δημόσιο χώρο, τα Παρεκκλήσια με τις αναφορές στη βυζαντινή παράδοση και τις υποβλητικές εκείνες συνθέσεις όπου το ορατό και το αόρατο, το υλικό και το άυλο βρίσκονται σε μια οριακή σχέση-αρμονία. [Στήβεν Αντωνάκος, Χωρίς τίτλο (σελίδα 51), 1988, Μεταξοτυπία σε ασημί-μεταλλική επιφάνεια χαρτιού ©MOMus-Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης-Συλλογές Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης]